Γράφει ο Νίκος
Δινόπουλος*
Τα κόμματα και οι πολιτικές οργανώσεις
Καπιταλισμός[1],
Ιμπεριαλισμός[2],
Εργατική Τάξη, Ταξική Πάλη. Αυτές είναι κάποιες από τις λέξεις και τις
έννοιες, κάποια από τα βασικά θεωρητικά εργαλεία που αποφεύγουν να
χρησιμοποιήσουν η σοσιαλδημοκρατία, τα «αστικά εργατικά κόμματα» και η μεταμοντέρνα
«ακηδεμόνευτη» σύριζα «κυβερνητική αριστερά» των κινημάτων, της αυτονομίας και
της οικολογίας. Αν και ισχυρίζονται πως είναι
υπερασπιστές της εργατικής τάξης και των εργαζομένων, αν και με πύρινες πλατωνικές
ρητορείες ισχυρίζονται πως παλεύουν για τον τελικό στρατηγικό στόχο, την
απελευθέρωση του προλεταριάτου, της εργατικής τάξης και των εργαζομένων από τη
μισθωτή σκλαβιά της εκμετάλλευσης, τον σοσιαλισμό και την κομμουνιστική αταξική
κοινωνία, τελικά, αναλαμβάνοντας την κυβερνητική εξουσία, μένουν μόνο οι
πιασάρικες υποσχέσεις και διακηρύξεις, αφού στην πράξη εφαρμόζουν μια πολιτική μέσα
στα παραλυτικά θεσμικά όρια του αστικού κράτους και των ηγεμονικών
καπιταλιστικών χωρών του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού (ΕΕ-ΗΠΑ)· μια πολιτική που
τελικά στηρίζει τα συμφέροντα της αστικής τάξης και των κεφαλαιοκρατών, μιας
και -όπως τα ίδια τα «αστικά εργατικά κόμματα», η μεταμοντέρνα «ακηδεμόνευτη»
σύριζα «κυβερνητική αριστερά» και η σοσιαλδημοκρατία δηλώνουν- αυτό που έχει
μεγαλύτερη σημασία είναι οι «άμεσες εφικτές» διεκδικήσεις και στόχοι.
Όπως έγραψαν ο Μαρξ, ο Ένγκελς ο Λένιν και άλλοι κλασικοί
του επαναστατικού ταξικού εργατικού κινήματος «οι εργάτες αρχίζουν […] να συγκροτούν συνασπισμούς ενάντια στους
αστούς. Συνασπίζονται για να υπερασπίσουν το μισθό της εργασίας τους. Ιδρύουν
ακόμα και μόνιμες ενώσεις για να εξασφαλίσουν τα μέσα στην περίπτωση
ενδεχόμενων ανταρσιών. Εδώ κι εκεί η πάλη ξεσπάει με τη μορφή εξεγέρσεων. Από
καιρό σε καιρό οι εργάτες νικούν, αλλά η νίκη τους είναι παροδική. Το
πραγματικό αποτέλεσμα των αγώνων τους δεν είναι η άμεση επιτυχία, αλλά η
συνένωση των εργατών που ολοένα επεκτείνεται. […] Και φτάνει μονάχα να
συνδεθούν μεταξύ τους για να συνενωθούν οι πολλοί τοπικοί αγώνες, που έχουν
παντού τον ίδιο χαρακτήρα, σε μια εθνική πάλη, μια ταξική πάλη.[…] Αυτή [την]
οργάνωση των προλετάριων σε τάξη και
επομένως σε πολιτικό κόμμα,…»[3],
αρνούνται, υπονομεύουν και χτυπούν με την πολιτική τους ρητορεία η
σοσιαλδημοκρατία και τα «αστικά εργατικά κόμματα». Για τα «αστικά εργατικά
κόμματα» και την μεταμοντέρνα «ακηδεμόνευτη» σύριζα «κυβερνητική αριστερά» των
κινημάτων, με τη δική τους «ανάγνωση» του Μαρξ και των κλασικών θεωρητικών, η
εργατική τάξη είτε δεν «υπάρχει», είτε δεν χρειάζεται να συγκροτηθεί σε τάξη
για τον εαυτό της.
Από τη διεθνή ιστορική εμπειρία προκύπτει αβίαστα πως δίπλα
στο «σκληρό πυρήνα» των κομμάτων της αστικής τάξης και των κεφαλαιοκρατών, η
σοσιαλδημοκρατία και τα «αστικά εργατικά κόμματα» της μεταμοντέρνας
«ακηδεμόνευτης» σύριζα «κυβερνητικής αριστεράς» των κινημάτων, της αυτονομίας και της οικολογίας πολιτεύτηκαν
και πολιτεύονται σαν εναλλακτική επιλογή εκτόνωσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας
στην πολιτική, και παράλληλα έδρασαν και δρουν σαν συμπληρωματική δύναμη στο
συνδικαλιστικό κίνημα που ελέγχεται από τις δυνάμεις του αστικού μπλοκ εξουσίας
(ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ, σε συνδικάτα, εργατικά κέντρα, ομοσπονδίες, ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ).
Η Εργατική Τάξη
Όσο και να
προσπάθησαν όσο και να προσπαθούν η σοσιαλδημοκρατία και η μεταμοντέρνα
«ακηδεμόνευτη» σύριζα «κυβερνητική αριστερά των κινημάτων», της «αυτονομίας»
και της οικολογίας, οι προπαγανδιστές
του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού των μονοπωλίων, όσες σοφιστείες και να
σκαρφιστούν οι ειδήμονες, οι τεχνοκράτες, οι διανοούμενοι, όσο και να σκούζουν
τα μαντρόσκυλα των ολιγαρχών του πλούτου και οι βαστάζοι των κεφαλαιοκρατών δεν
μπόρεσαν και δεν μπορούν να αλλάξουν την αντικειμενική πραγματικότητα: ο
πλούτος δεν παράγεται από τους κεφαλαιοκράτες ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής
του διαβόητου «ιδιωτικού τομέα», αλλά από τους εργάτες γης, την σύγχρονη τάξη
των εργατών και των εργαζομένων. Το υπηρετικό προσωπικό της αστικής τάξης και της
ολιγαρχίας του πλούτου, τα συμφέροντά τους υπερασπίζονται. Τη «δουλειά» τους
κάνουν και αμείβονται πλουσιοπάροχα γι’ αυτό. Για τη μεγάλη «ανένταχτη»,
«υπερκομματική», «ανεξάρτητη», «αδέσμευτη», «ακηδεμόνευτη», «αυτόνομη» -και
άλλα πιασάρικα του συρμού- κοινωνική πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των
εργαζομένων που βασανίζει την αντικειμενική πραγματικότητα και επιμένει για το
αντίθετο ας τους κάνουμε τη χάρη· «ας ιδιωτικοποιήσουμε τα πάντα»[4], ας μείνουν χωρίς τους εργάτες γης στις
«Μανωλάδες» οι μεγαλοαγρότες και η κτηνοτροφία, ας μείνουν χωρίς τους εργάτες
οι βιομηχανικές επιχειρήσεις, ας μείνουν χωρίς τους ναυτεργάτες τα πλοία των
εφοπλιστών και τότε να δούμε πόσο πλούτο και πόσα κέρδη θα παράξουν η έρημη γη,
τα κουφάρια των ιδιωτικών και δημόσιων επιχειρήσεων και των πλοίων. Να δούμε
πόσο θα «αναπτυχθεί η εθνική οικονομία» και πόσο «ανταγωνιστική» θα γίνει…
Η Ταξική Πάλη
Η καίρια, βασική
αντίθεση ανάμεσα στους ιδιοκτήτες μέσων παραγωγής[5] και σ’ αυτούς που δεν είναι, αστικής τάξης
– εργατικής τάξης, εκμεταλλευτών – εκμεταλλευομένων, κεφαλαίου – εργασίας[6], είναι αυτή που χαρακτηρίζει τον
καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Αποτέλεσμα αυτής της βασικής αντίθεσης είναι η
ταξική πάλη, ο ασυμφιλίωτος βίαιος ανταγωνισμός[7] ανάμεσα στην κυρίαρχη αστική τάξη και την
εργατική τάξη. Στην ιστορική εξέλιξη, η ίδια αντίθεση γέννησε και την
ασυμφιλίωτη πάλη καπιταλισμού – σοσιαλισμού και τον κομμουνισμό[8] ως λύση για την κατάργηση της ατομικής
ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από
την τάξη των κεφαλαιοκρατών.
Μετά την κατάρρευση
του «υπαρκτού σοσιαλισμού», την ήττα της αριστεράς και του ταξικού εργατικού
κινήματος, το αστικό μπλοκ εξουσίας, η σοσιαλδημοκρατία, τα «αστικά
εργατικά κόμματα» και η μεταμοντέρνα «ακηδεμόνευτη» σύριζα «κυβερνητική
αριστερά» των κινημάτων, της αυτονομίας και της οικολογίας διακήρυξαν το τέλος των ιδεολογικών,
πολιτικών, ταξικών διαχωριστικών γραμμών στην καπιταλιστική κοινωνία, πως η
πάλη των τάξεων, ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός είναι αναχρονισμός, για
«γραφικούς και οπισθοδρομικούς σκοταδιστές», επαναλαμβάνοντας ως φάρσα τη ρήση
του μακαρίτη νεοδημοκράτη υπουργού εργασίας Λάσκαρη που… κατάργησε την πάλη των
τάξεων στη μεταπολίτευση, ή το «φιάσκο της Λυών»[9] που «κατάργησε την κυβερνητική εξουσία του
κράτους» με τη «διακήρυξη της αναρχικής επανάστασης» που τοιχοκολλήθηκε στην
πόλη στις 26 Σεπτέμβρη του 1870.
Με βάση αυτό το
στερεότυπο ιδεολόγημα του αστικού μπλοκ εξουσίας, η εργατική τάξη, -που δεν έχει
σήμερα την ίδια σύνθεση και τα χαρακτηριστικά του προηγούμενου αιώνα, το ίδιο
και η κοινωνική διαστρωμάτωση της καπιταλιστικής κοινωνίας-, έχει πάψει να
υπάρχει. Στο σύγχρονο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής δεν υπάρχουν ταξικοί
αντίπαλοι αλλά «κοινωνικοί εταίροι» που εργάζονται για το «κοινό εθνικό
συμφέρον». Η ιδεολογία των «κοινωνικών εταίρων», της «ανταγωνιστικότητας» και
της «ανάπτυξης» αντικειμενικά προϋποθέτει την παραδοχή της διαρκούς συνύπαρξης
εργαζομένων και καπιταλιστών και την αποδοχή της εκμεταλλευτικής σχέσης
κεφαλαίου - εργασίας σε βάρος της εργατικής τάξης και των εργαζομένων. Με
βάση αυτή την παραδοχή ο στόχος του ΣΚ πρέπει να είναι η διαρκής αναδιανομή του
κοινωνικού πλούτου συνεπώς και οι πολιτικές επιλογές της ΕΤ, των εργαζομένων
οφείλουν και πρέπει να περιορίζονται στην επιλογή ανάμεσα στην μια ή την άλλη
διαχειριστική πολιτική του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής από το ΠΑΣΟΚ ή τη ΝΔ
ή του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ[10]
στην επερχόμενη τριπλή εκλογική μάχη.
*Συνταξιούχος εργάτης, υπερήφανος
γι’ αυτό, που δεν θεωρεί την εργατική τάξη «κατώτερη» και ιδιότητα που «ντροπιάζει»
τους μικρομεσαίους νεόπτωχους, φτωχούς και εργαζόμενους. Συμπορευόμενος
με την «ΑΡ.ΣΥ. για την ανατροπή - ΑΝΤΑΡΣΙΑ με συνεργασία στη Δυτική Μακεδονία»,
μέλος του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Παραπομπές
[1]
«Όταν λέμε
εμπορευματική παραγωγή εννοούμε την οργάνωση της κοινωνικής οικονομίας όπου τα
προϊόντα παράγονται από ξεχωριστούς, από μεμονωμένους παραγωγούς, και μάλιστα ο
καθένας τους ειδικεύεται στην παραγωγή ενός ορισμένου προϊόντος, έτσι που για
την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών είναι απαραίτητη η αγοραπωλησία των
προϊόντων (που γι' αυτό το λόγο γίνονται εμπορεύματα) στην αγορά. Όταν λέμε
καπιταλισμό, εννοούμε το στάδιο ανάπτυξης της εμπορευματικής παραγωγής, όπου
εμπορεύματα δε γίνονται μόνο τα προϊόντα της ανθρώπινης εργασίας αλλά και η
ίδια η εργατική δύναμη του ανθρώπου. Έτσι στην ιστορική ανάπτυξη του
καπιταλισμού σημασία έχουν δυο στοιχεία: 1) η μετατροπή της φυσικής οικονομίας
των άμεσων παραγωγών σε εμπορευματική και 2) η μετατροπή της εμπρευματικής
οικονομίας σε κεφαλαιοκρατική», Β. Ι. Λένιν, Απ' αφορμή το λεγόμενο πρόβλημα των αγορών, Άπαντα, τόμος 1ος, σελ 88.
[2] «Ο ιμπεριαλισμός είναι ένα ιδιόμορφο ιστορικό στάδιο τού καπιταλισμού. Η ιδιομορφία του αυτή είναι τριπλή: ο ιμπεριαλισμός είναι (1)—μονοπωλιακός καπιταλισμός· (2)—παρασιτικός καπιταλισμός ή καπιταλισμός που σαπίζει· (3)—καπιταλισμός που πεθαίνει. Η αντικατάσταση του ελεύθερου συναγωνισμού από το μονοπώλιο είναι το θεμελιακό οικονομικό γνώρισμα, η ουσία του ιμπεριαλισμού. Ο μονοπωλισμός εκδηλώνεται σε 5 κύριες μορφές: 1) τα καρτέλ, τα συνδικάτα και τα τραστ· η συγκέντρωση της παραγωγής έφτασε σε τέτιο βαθμό, που γέννησε τις μονοπωλιακές αυτές ενώσεις των καπιταλιστών· 2) τη μονοπωλιακή θέση των μεγάλων τραπεζών: 3-5 γιγάντιες τράπεζες διευθύνουν όλη την οικονομική ζωή της Αμερικής, της Γαλλίας, της Γερμανίας,· 3) την αρπαγή των πηγών πρώτων υλών από τα τραστ και τη χρηματιστική ολιγαρχία (το χρηματιστικό κεφάλαιο είναι το μονοπωλιακό βιομηχανικό κεφάλαιο που έχει συγχωνευτεί με το τραπεζικό κεφάλαιο)· 4) το μοίρασμα (οικονομικό) του κόσμου από τα διεθνή καρτέλ άρχισε. Τέτοια διεθνή καρτέλ που κυριαρχούν σ' ολόκληρη την παγκόσμια αγορά και τη μοιράζονται «φιλικά» -ώσπου να την ξαναμοιράσει ο πόλεμος- υπολογίζονται ήδη πάνω από εκατό! Η εξαγωγή κεφαλαίων σαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικό φαινόμενο σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων στο μη μονοπωλιακό καπιταλισμό βρίσκεται σε στενή σύνδεση με το οικονομικό και πολιτικο-εδαφικό μοίρασμα του κόσμου. 5) Το εδαφικό μοίρασμα του κόσμου (αποικίες) τέλειωσε», Β. Ι. Λένιν - Ο Iμπεριαλισμός και η διάσπαση του Σοσιαλισμού, (ΛΕΝΙΝ ΑΠΑΝΤΑ, τ. 30 σελ. 163-164.
[3] Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο.
[4] *«Aς ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η δικαιοσύνη και ο νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε». (Ζοζέ Σαραμάγκου, Νόμπελ Λογοτεχνίας 1998).
[2] «Ο ιμπεριαλισμός είναι ένα ιδιόμορφο ιστορικό στάδιο τού καπιταλισμού. Η ιδιομορφία του αυτή είναι τριπλή: ο ιμπεριαλισμός είναι (1)—μονοπωλιακός καπιταλισμός· (2)—παρασιτικός καπιταλισμός ή καπιταλισμός που σαπίζει· (3)—καπιταλισμός που πεθαίνει. Η αντικατάσταση του ελεύθερου συναγωνισμού από το μονοπώλιο είναι το θεμελιακό οικονομικό γνώρισμα, η ουσία του ιμπεριαλισμού. Ο μονοπωλισμός εκδηλώνεται σε 5 κύριες μορφές: 1) τα καρτέλ, τα συνδικάτα και τα τραστ· η συγκέντρωση της παραγωγής έφτασε σε τέτιο βαθμό, που γέννησε τις μονοπωλιακές αυτές ενώσεις των καπιταλιστών· 2) τη μονοπωλιακή θέση των μεγάλων τραπεζών: 3-5 γιγάντιες τράπεζες διευθύνουν όλη την οικονομική ζωή της Αμερικής, της Γαλλίας, της Γερμανίας,· 3) την αρπαγή των πηγών πρώτων υλών από τα τραστ και τη χρηματιστική ολιγαρχία (το χρηματιστικό κεφάλαιο είναι το μονοπωλιακό βιομηχανικό κεφάλαιο που έχει συγχωνευτεί με το τραπεζικό κεφάλαιο)· 4) το μοίρασμα (οικονομικό) του κόσμου από τα διεθνή καρτέλ άρχισε. Τέτοια διεθνή καρτέλ που κυριαρχούν σ' ολόκληρη την παγκόσμια αγορά και τη μοιράζονται «φιλικά» -ώσπου να την ξαναμοιράσει ο πόλεμος- υπολογίζονται ήδη πάνω από εκατό! Η εξαγωγή κεφαλαίων σαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικό φαινόμενο σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων στο μη μονοπωλιακό καπιταλισμό βρίσκεται σε στενή σύνδεση με το οικονομικό και πολιτικο-εδαφικό μοίρασμα του κόσμου. 5) Το εδαφικό μοίρασμα του κόσμου (αποικίες) τέλειωσε», Β. Ι. Λένιν - Ο Iμπεριαλισμός και η διάσπαση του Σοσιαλισμού, (ΛΕΝΙΝ ΑΠΑΝΤΑ, τ. 30 σελ. 163-164.
[3] Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο.
[4] *«Aς ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η δικαιοσύνη και ο νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε». (Ζοζέ Σαραμάγκου, Νόμπελ Λογοτεχνίας 1998).
*Τώρα,
προεκλογικά και ενώ οι «αυτοδιοικητικοί» με «περιφειακή συνείδηση» του αστικού
μπλοκ εξουσίας ορκίζονται στο «δημόσιο χαρακτήρα» της ΔΕΗ ΑΕ, νέος γύρος
ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ ΑΕ: Πέντε
«μνηστήρες» για τον ΑΔΜΗΕ.
[5] «Η κυρίως ατομική ιδιοκτησία άρχισε στους αρχαίους, όπως και στους σύγχρονους λαούς, με την κινητή ιδιοκτησία. (Δουλεία και κοινότητα) (Dominium ex jure quiritum – Ιδιοκτησία σύμφωνα με το νόμο που ισχύει για τους Ρωμαίους πολίτες με πλήρη δικαιώματα). Στην περίπτωση των εθνών που βγαίνουν από το Μεσαίωνα, η φυλετική ιδιοκτησία εξελίχτηκε μέσα από διάφορα στάδια -φεουδαρχική ιδιοκτησία της γης, κινητή ιδιοκτησία της συντεχνίας, κεφάλαιο στη μανιφακτούρα- ώσπου να φτάσει στο σύγχρονο κεφάλαιο, που καθορίζεται από τη μεγάλη βιομηχανία και τον παγκόσμιο συναγωνισμό, δηλαδή στην καθαρή ατομική ιδιοκτησία, που έχει απορρίψει κάθε εξωτερική εμφάνιση κοινοτικού θεσμού και έχει αποκλείσει το κράτος από κάθε επιρροή πάνω στην ανάπτυξη της ιδιοκτησίας. Σ” αυτή τη σύγχρονη ατομική ιδιοκτησία αντιστοιχεί το σύγχρονο κράτος, που με το να αγοράζεται βαθμιαία από τους κατόχους ιδιοκτησίας μέσω της φορολογίας, έχει πέσει ολοκληρωτικά στα χέρια τους μέσω του συστήματος του δημοσίου χρέους, και η ύπαρξή του έχει γίνει τελείως εξαρτημένη από την εμπορική πίστη, που οι κάτοχοι ιδιοκτησίας, οι αστοί, την επεκτείνουν σ” αυτό, όπως αντικαθρεφτίζεται στην άνοδο και πτώση των κρατικών ομολογιών στο χρηματιστήριο. Από το γεγονός και μόνο ότι είναι τάξη και όχι πια μια κλειστή φεουδαρχική τάξη, η αστική τάξη αναγκάζεται να οργανωθεί όχι πια τοπικά αλλά εθνικά, και να δώσει μια γενική μορφή στο κοινό μέσο συμφέρον της. Με τη χειραφέτηση της ατομικής ιδιοκτησίας από την κοινότητα, το κράτος έγινε μια ξεχωριστή οντότητα πλάι και έξω από την ιδιωτική κοινωνία, αλλά δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη μορφή οργάνωσης που οι αστοί υιοθετούν αναγκαστικά για την αμοιβαία εξασφάλιση της ιδιοκτησίας τους και των συμφερόντων τους, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά», (Κ. ΜΑΡΞ – Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ. τ. 1ος).
[6] «[…] αν παραβλέψουμε τα τελείως ελαστικά όρια της εργάσιμης ημέρας, η ίδια η φύση της ανταλλαγής εμπορευμάτων δε βάζει καθόλου όρια στην εργάσιμη ημέρα, επομένως και στην υπερεργασία. Ο κεφαλαιοκράτης επωφελείται από το δικαίωμά του σαν αγοραστής όταν προσπαθεί να μεγαλώσει όσο γίνεται την εργάσιμη ημέρα, και αν είναι δυνατό, να κάνει τη μιαν εργάσιμη ημέρα δυό. Από την άλλη μεριά η ειδική φύση του εμπορεύματος που πουλήθηκε περικλείνει ένα όριο στην κατανάλωσή του από τον αγοραστή και ο εργάτης επωφελείται, από το δικαίωμά του σαν πουλητής όταν προσπαθεί να περιορίσει την εργάσιμη ημέρα σ” ένα καθoρισμένo κανονικό μέγεθος. Επομένως έχουμε εδώ μιαν αντινομία, δίκαιο ενάντια σε δίκαιο, και τα δυο εξίσου κατοχυρωμένα από το νόμο της ανταλλαγής εμπορευμάτων. Και ανάμεσα σε δυο ίσα δίκαια αποφασίζει η βία. Γι’ αυτό, στην ιστορία της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής η ρύθμιση της εργάσιμης ημέρας παρουσιάζεται σαν πάλη για τα όρια της εργάσιμης ημέρας – πάλη ανάμεσα στο συνολικό κεφαλαιοκράτη, δηλ. την τάξη των κεφαλαιοκρατών, και στο συνολικό εργάτη, δηλ. την εργατική τάξη», (Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 1ος).
[7] «Ο ανταγωνισμός είναι η τελειότερη έκφραση του πολέμου όλων ενάντια σε όλους, που κυριαρχεί στην μοντέρνα αστική κοινωνία. Αυτός ο πόλεμος, πόλεμος για την ζωή, για την ύπαρξη, για όλα, που μπορεί να είναι, σε μια δεδομένη περίπτωση, ένας μέχρι θανάτου πόλεμος, οδηγεί σε σύγκρουση μεταξύ τους όχι μονάχα τις διάφορες τάξεις της κοινωνίας, αλλά ακόμα και μέλη των τάξεων αυτών μεταξύ τους. […] Ο ανταγωνισμός υπάρχει ανάμεσα στους εργάτες, όπως ανάμεσα και στους αστούς», (ΜΑΡΞ – ΕΝΓΚΕΛΣ, ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ).
[8] «Ο κομμουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σ” αυτό θα πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση πού καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που τώρα υπάρχουν», (Κ. ΜΑΡΞ – Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ. τ. 1ος).
[9] «Το 1870 ο Μπακούνιν πρωτοστάτησε σε μια αποτυχημένη εξέγερση στη Λυών, πάνω σε αρχές που εφαρμόστηκαν στην πράξη αργότερα από την Παρισινή Κομμούνα. Κάνοντας έκκληση για γενική εξέγερση σε απάντηση της κατάρρευσης της γαλλικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου, και επιδιώκοντας να μετασχηματίσει την αντιπαράθεση των δυνάμεων κυριαρχίας σε κοινωνική επανάσταση, συνέταξε τη διακήρυξη της αναρχικής επανάστασης που τοιχοκολλήθηκε στη Λυών στις 26 Σεπτεμβρίου 1870. Χαρακτηριστικά αναφέρεται: «καταργούνται η κυβερνητική εξουσία του κράτους και η διοικητική μηχανή, επειδή κατέληξαν να είναι άχρηστες» (άρθρο 1) και «αναστέλλεται η λειτουργία των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων και τις αρμοδιότητές τους επωμίζεται η Λαϊκή Δικαιοσύνη» (άρθρο 2)», Βικιπαίδεια.
[5] «Η κυρίως ατομική ιδιοκτησία άρχισε στους αρχαίους, όπως και στους σύγχρονους λαούς, με την κινητή ιδιοκτησία. (Δουλεία και κοινότητα) (Dominium ex jure quiritum – Ιδιοκτησία σύμφωνα με το νόμο που ισχύει για τους Ρωμαίους πολίτες με πλήρη δικαιώματα). Στην περίπτωση των εθνών που βγαίνουν από το Μεσαίωνα, η φυλετική ιδιοκτησία εξελίχτηκε μέσα από διάφορα στάδια -φεουδαρχική ιδιοκτησία της γης, κινητή ιδιοκτησία της συντεχνίας, κεφάλαιο στη μανιφακτούρα- ώσπου να φτάσει στο σύγχρονο κεφάλαιο, που καθορίζεται από τη μεγάλη βιομηχανία και τον παγκόσμιο συναγωνισμό, δηλαδή στην καθαρή ατομική ιδιοκτησία, που έχει απορρίψει κάθε εξωτερική εμφάνιση κοινοτικού θεσμού και έχει αποκλείσει το κράτος από κάθε επιρροή πάνω στην ανάπτυξη της ιδιοκτησίας. Σ” αυτή τη σύγχρονη ατομική ιδιοκτησία αντιστοιχεί το σύγχρονο κράτος, που με το να αγοράζεται βαθμιαία από τους κατόχους ιδιοκτησίας μέσω της φορολογίας, έχει πέσει ολοκληρωτικά στα χέρια τους μέσω του συστήματος του δημοσίου χρέους, και η ύπαρξή του έχει γίνει τελείως εξαρτημένη από την εμπορική πίστη, που οι κάτοχοι ιδιοκτησίας, οι αστοί, την επεκτείνουν σ” αυτό, όπως αντικαθρεφτίζεται στην άνοδο και πτώση των κρατικών ομολογιών στο χρηματιστήριο. Από το γεγονός και μόνο ότι είναι τάξη και όχι πια μια κλειστή φεουδαρχική τάξη, η αστική τάξη αναγκάζεται να οργανωθεί όχι πια τοπικά αλλά εθνικά, και να δώσει μια γενική μορφή στο κοινό μέσο συμφέρον της. Με τη χειραφέτηση της ατομικής ιδιοκτησίας από την κοινότητα, το κράτος έγινε μια ξεχωριστή οντότητα πλάι και έξω από την ιδιωτική κοινωνία, αλλά δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη μορφή οργάνωσης που οι αστοί υιοθετούν αναγκαστικά για την αμοιβαία εξασφάλιση της ιδιοκτησίας τους και των συμφερόντων τους, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά», (Κ. ΜΑΡΞ – Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ. τ. 1ος).
[6] «[…] αν παραβλέψουμε τα τελείως ελαστικά όρια της εργάσιμης ημέρας, η ίδια η φύση της ανταλλαγής εμπορευμάτων δε βάζει καθόλου όρια στην εργάσιμη ημέρα, επομένως και στην υπερεργασία. Ο κεφαλαιοκράτης επωφελείται από το δικαίωμά του σαν αγοραστής όταν προσπαθεί να μεγαλώσει όσο γίνεται την εργάσιμη ημέρα, και αν είναι δυνατό, να κάνει τη μιαν εργάσιμη ημέρα δυό. Από την άλλη μεριά η ειδική φύση του εμπορεύματος που πουλήθηκε περικλείνει ένα όριο στην κατανάλωσή του από τον αγοραστή και ο εργάτης επωφελείται, από το δικαίωμά του σαν πουλητής όταν προσπαθεί να περιορίσει την εργάσιμη ημέρα σ” ένα καθoρισμένo κανονικό μέγεθος. Επομένως έχουμε εδώ μιαν αντινομία, δίκαιο ενάντια σε δίκαιο, και τα δυο εξίσου κατοχυρωμένα από το νόμο της ανταλλαγής εμπορευμάτων. Και ανάμεσα σε δυο ίσα δίκαια αποφασίζει η βία. Γι’ αυτό, στην ιστορία της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής η ρύθμιση της εργάσιμης ημέρας παρουσιάζεται σαν πάλη για τα όρια της εργάσιμης ημέρας – πάλη ανάμεσα στο συνολικό κεφαλαιοκράτη, δηλ. την τάξη των κεφαλαιοκρατών, και στο συνολικό εργάτη, δηλ. την εργατική τάξη», (Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τ. 1ος).
[7] «Ο ανταγωνισμός είναι η τελειότερη έκφραση του πολέμου όλων ενάντια σε όλους, που κυριαρχεί στην μοντέρνα αστική κοινωνία. Αυτός ο πόλεμος, πόλεμος για την ζωή, για την ύπαρξη, για όλα, που μπορεί να είναι, σε μια δεδομένη περίπτωση, ένας μέχρι θανάτου πόλεμος, οδηγεί σε σύγκρουση μεταξύ τους όχι μονάχα τις διάφορες τάξεις της κοινωνίας, αλλά ακόμα και μέλη των τάξεων αυτών μεταξύ τους. […] Ο ανταγωνισμός υπάρχει ανάμεσα στους εργάτες, όπως ανάμεσα και στους αστούς», (ΜΑΡΞ – ΕΝΓΚΕΛΣ, ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ).
[8] «Ο κομμουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σ” αυτό θα πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση πού καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που τώρα υπάρχουν», (Κ. ΜΑΡΞ – Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ. τ. 1ος).
[9] «Το 1870 ο Μπακούνιν πρωτοστάτησε σε μια αποτυχημένη εξέγερση στη Λυών, πάνω σε αρχές που εφαρμόστηκαν στην πράξη αργότερα από την Παρισινή Κομμούνα. Κάνοντας έκκληση για γενική εξέγερση σε απάντηση της κατάρρευσης της γαλλικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου, και επιδιώκοντας να μετασχηματίσει την αντιπαράθεση των δυνάμεων κυριαρχίας σε κοινωνική επανάσταση, συνέταξε τη διακήρυξη της αναρχικής επανάστασης που τοιχοκολλήθηκε στη Λυών στις 26 Σεπτεμβρίου 1870. Χαρακτηριστικά αναφέρεται: «καταργούνται η κυβερνητική εξουσία του κράτους και η διοικητική μηχανή, επειδή κατέληξαν να είναι άχρηστες» (άρθρο 1) και «αναστέλλεται η λειτουργία των ποινικών και πολιτικών δικαστηρίων και τις αρμοδιότητές τους επωμίζεται η Λαϊκή Δικαιοσύνη» (άρθρο 2)», Βικιπαίδεια.
«Με τον
προσδιορισμό της Κομμούνας ως επανάσταση ενάντια στο κράτος ο Μαρξ δεν
προσχωρεί στη θέση του Μπακούνιν για άμεση κατάργηση του κράτους. Η
μπακουνινική αντίληψη θεωρεί ότι η κατάργηση του κράτους και της πολιτικής
εξουσίας μπορεί να συντελεστεί σε μια στιγμή σε αντίθεση με την μαρξική
επανάσταση νοούμενη ως διαδικασία. Υπό αυτή την έννοια όταν ο Μαρξ προσδιορίζει
την Κομμούνα ως επανάσταση ενάντια στο κράτος επιθυμεί να τονίσει την ποιοτική
τομή που συντελείται με την εμφάνιση μιας εξουσίας που κατέχει από την θέσμισή
της την προοπτική της κατάργησής της σε βάθος χρόνου. Η Κομμούνα πλέον είναι η
πολιτειακή δομή που από την πρώτη στιγμή εμπεριέχει την προοπτική της
μετεξέλιξης σε ένα μη-κράτος.
[…] Η
διακήρυξη της κατάργησης του κράτους θα καταλήξει σε μια οικτρή αποτυχία που
θα αποτελέσει τροφή για ειρωνεία από μεριάς του Μαρξ», (περί αλλοτρίωσης, «Ο Μαρξ για την Κομμούνα του Παρισιού»).
[10] «[...] Ωραία ελευθερία, που δεν αφήνει στον προλετάριο, άλλη επιλογή απ' την υποταγή στις επιβλημένες απ' την αστική τάξη συνθήκες ή το βασανιστήριο της πείνας, του κρύου, και του να πας να κοιμηθείς γυμνός στο δάσος με τα ζώα! Ωραίο ισοδύναμο, πού το ύψος του εξαρτάται από την αυθαίρετη θέληση της αστικής τάξης!, (ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ).
[10] «[...] Ωραία ελευθερία, που δεν αφήνει στον προλετάριο, άλλη επιλογή απ' την υποταγή στις επιβλημένες απ' την αστική τάξη συνθήκες ή το βασανιστήριο της πείνας, του κρύου, και του να πας να κοιμηθείς γυμνός στο δάσος με τα ζώα! Ωραίο ισοδύναμο, πού το ύψος του εξαρτάται από την αυθαίρετη θέληση της αστικής τάξης!, (ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου